Τα Μυστήρια του Λυκαίου Όρους

Γράφει ο Νίκος Παναγοδημητρόπουλος

Αν μια Μύηση στα Μυστήρια του Λύκου ήταν διήγημα…
θα ήταν αυτό.
Αντιγράφω από το βιβλίο μου “Το Φιλί της Μέδουσας”:

«Έρωτας είναι να φεύγεις και να πονάς δύο φορές περισσότερο από αυτήν που αφήνεις πίσω».
Η φράση αυτή είχε στοιχειώσει την ζωή του από τότε που άφησε πίσω την Ανέλ-Λένα. Για όσον καιρό ήταν μαζί, εκείνη ήταν η Δέσποινα των Λογισμών του, η Ιδεατή Αριάδνη που του προσέφερε τον μίτο για να βγει από τον Λαβύρινθο. Τρόπος του λέγειν βέβαια, μιας και άπαξ συνειδητοποιείς την ύπαρξή του, η μόνη φυσική επιλογή – επιλογή, τί ειρωνεία κρύβει αυτή η λέξη – είναι να χάνεσαι όλο και περισσότερο στα στενά δρομάκια του, μην ξέροντας τί θα συναντήσεις στην επόμενη στροφή. Όχι, δεν θα το άντεχε! Μία και μόνη ματιά στην Αλήθεια είναι ικανή να σε τρελάνει, δεν μπορείς να πάρεις την ευθύνη να Την δείξεις και σε αυτήν.
Δεν κατάλαβε ποτέ το γιατί. Την αιτία που την ανάγκασε να φύγει, νομίζοντας και αυτή πως ήταν η μόνη φυσική επιλογή της. Η μεγαλύτερη αγάπη απαιτεί την ανυπαρξία τύψεων, δεν ήθελε να νομίσει εκείνη πως κάτι έκανε λάθος, έτσι ποτέ της δεν έμαθε το δώρο που εκείνος της έκανε. Η ομορφιά της άγνοιας, η γνώση του να γνωρίζεις τα πάντα δίχως να αντιλαμβάνεσαι τα κοντινά όρια του ορίζοντά σου, είναι το μεγαλύτερο δώρο που μπορεί να έχει ένας θνητός.

Οι αναμνήσεις τον συγκλόνιζαν, καθώς οδηγούσε στον παραθαλάσσιο επαρχιακό δρόμο. Το πρόσωπό της, η φωνή της, η αίσθηση του ότι κάποιος σε αγαπά όσο τον αγαπάς και εσύ, ήταν πράγματα που είχε ξεχάσει από καιρό. Η αλήθεια είναι ότι μετά την συναρπαστική εμπειρία που είχε ζήσει σε εκείνο το βουνό, τίποτα πια δεν ήταν το ίδιο για εκείνον. Εκείνον; Ακόμα και ο ίδιος του ο εαυτός δεν του ήταν πια γνώριμος.
Σταμάτησε το αυτοκίνητο στην άκρη του δρόμου και κατέβηκε για να θαυμάσει τον κατακόκκινο δίσκο του Ήλιου που κρυβόταν στην χρυσή θαλασσινή αγκαλιά. Έτσι πρέπει να σκεφτόταν και ο ζωοδότης Απόλλων, ο Ήλιος που έφευγε και πονούσε περισσότερο από εκείνον. Το μυαλό του πλανήθηκε στο τότε, όταν έχασε την ανθρώπινη μορφή και έγινε κάτι άλλο, ποιος ξέρει τί, σίγουρα πάντως κάτι πέρα από έναν απλό άνθρωπο και η φωνή του ξεκίνησε να ακούγεται μέσα στο κεφάλι του, αφηγητής και ακροατής παράλληλα, Ιεροφάντης και Μύστης στα Μυστήρια του Λυκαίου όρους.

Τα βιβλία μου μπορείτε να βρείτε εδώ.

… Θυμάμαι εκείνη την ημέρα. Από το πρωί είχα την αίσθηση του ότι κάτι σημαντικό θα μου συνέβαινε και περίμενα καρτερικά να επαληθευτούν οι άγνωστης φύσης προσδοκίες μου. Ξεκίνησα την βόλτα μου στο παραθαλάσσιο χωριουδάκι και παρατηρούσα τους ανθρώπους γύρω μου να περπατούν σαν ηθοποιοί σε ένα τεράστιο σκηνικό, να μιλούν, να γελούν λες και ο χρόνος δεν υπήρχε, λες και ο κόσμος όλος είχε φτιαχτεί αποκλειστικά και μόνο για τον καθένα από αυτούς.
«Μα είναι δυνατόν» σκεφτόμουν, «να μην συνειδητοποιούν ότι υπάρχουν και άλλα πράγματα πέρα από αυτούς, είναι δυνατόν καθένας τους να νομίζει ότι είναι το κέντρο του σύμπαντος; Ακόμα και εγώ τώρα νομίζω ότι όλοι αυτοί είναι κομπάρσοι σε ένα σκηνικό που έχει φτιαχτεί για να πρωταγωνιστήσω εγώ». Οι σκέψεις μου στρέφονταν γύρω από υπαρξιακά θέματα, ενώ δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι τα πόδια μου με πήγαιναν μόνα τους χωρίς να έχω κάποια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Σε λίγο το τοπίο γύρω μου άλλαξε και κατάλαβα ότι είχα πάρει ένα μονοπάτι που έβγαζε από την παραλία ψηλά πάνω στο βουνό που δέσποζε επάνω από το κεφάλι μου.

Η καλοκαιρινή ημέρα ήταν υπέροχη. Τα πουλιά κελαηδούσαν μελωδικά, ένα δροσερό αεράκι έκανε τα πεσμένα φύλλα στο πλάι του δρόμου να στροβιλίζονται, ενώ μέσα μου μεγάλωνε όλο και περισσότερο η αίσθηση ότι βρισκόμουν σε ένα ονειρικό τοπίο με την φαντασία μου, και όχι σε ένα πραγματικό μέρος με το σώμα μου. Έχασα κάθε επαφή με το πού και το πότε βρισκόμουν, ακόμα και το ποιος ήμουν δεν είχε σημασία. Υπέροχα συναισθήματα με κατέκλυζαν, συναισθήματα αυτάρκειας, μία αίσθηση ότι και ο κόσμος όλος να χανόταν, η ομορφιά γύρω μου θα συνέχιζε να υπάρχει. Όλη μου η πορεία, από την στιγμή που γεννήθηκα μέχρι τώρα, φαινόταν να συνοψίζεται σε αυτήν εδώ την στιγμή, σαν να γεννήθηκα μόνο και μόνο για να βιώσω ό,τι βίωνα τώρα. Δεν είχα καμία συναίσθηση του βάρους του σώματός μου και αυτές οι ίδιες οι αισθήσεις μου λειτουργούσαν κάπως περίεργα. Έβλεπα χωρίς να βλέπω και άκουγα χωρίς να ακούω, πιο πολύ είχα την εντύπωση ότι ήμουν ο ίδιος ένα μέρος της σκηνής γύρω μου, παρά το ότι βρισκόμουν σε ένα μέρος του κόσμου και της πραγματικότητας όπως την ήξερα μέχρι τώρα.
Ένιωθα την ενέργεια να πάλλεται γύρω μου και μέσα μου, ενώ ένα υπέροχο φως πλημμύριζε τον χώρο, γεμίζοντάς το Είναι μου με συναισθήματα αγάπης και πληρώσεως. Πρόσεξα λίγο καλύτερα το τοπίο και μου ήλθε η εντύπωση ότι δεν βρισκόμουν στον πλανήτη Γη, αλλά είχα περάσει κάποια άγνωστη και αόρατη πύλη και βρέθηκα στα Ηλύσια Πεδία, στον Παράδεισο, όπως θέλετε πείτε τον.

Τότε τον είδα…
Έστρεψα το κεφάλι μου αριστερά, υπακούοντας σε ένα ένστικτο που μου υπαγόρευσε να το κάνω. Ήταν απίστευτα τέλειος. Τα χρυσαφένια του μάτια, το λευκό του τρίχωμα, ήταν ίσως ο ομορφότερος λύκος που είχα δει ποτέ.
Με κοίταξε διαπεραστικά, ενώ χαμηλά στο στομάχι μου ένιωθα την ενέργεια να συσσωρεύεται και να στροβιλίζεται. Οι σκέψεις μας ταυτίστηκαν και όλως περιέργως μπορούσα να με δω μέσα από τα μάτια του, ενώ η όσφρησή μου φαινόταν να έχει οξυνθεί ιδιαιτέρως.
Αστραπιαία η Αλήθεια έλαμψε μέσα μου…
Δεν υπήρχα στα αλήθεια. Ο λύκος δεν υπήρχε στα αλήθεια. Όλα ήταν κυμάνσεις της ενέργειας που δημιουργούσαν το καθετί, ακόμα και εμένα τον ίδιο. Όλα όσα νομίζαμε για αληθινά, δεν ήταν παρά μία παραίσθηση, τα πάντα ήταν ένα όνειρο.

Αυτή η συνειδητοποίηση με συγκλόνισε και με κατατρόμαξε μέχρι τα βάθη της ύπαρξής μου. Λίγο έλειψε να τρελαινόμουν και ένιωσα να βυθίζομαι στα μαύρα σκοτάδια της ανυπαρξίας, όταν ένα χέρι έπιασε στοργικά το δικό μου και με τράβηξε δυνατά πίσω στο φως. Την είδα να στέκεται μπροστά μου, όμορφη όσο και στην πραγματικότητα που την ήξερα, μόνο που τώρα η ύπαρξή της δεν είχε τίποτα το υλικό, παρά έδινε την εντύπωση ότι ήταν φτιαγμένη από ατόφιο φως.
Η Λένα, ή η Ιδέα της, με κοίταξε με συμπόνια και κατάλαβα πως το ότι δεν τρελάθηκα, το όφειλα σε αυτήν. Η παρουσία της και μόνο μου έδινε δύναμη να αντέξω αυτή την φοβερή κατανόηση του μυστηρίου της Ύπαρξης.
Επανήλθα γρήγορα στο βουνό που δέσποζε επάνω στο παραθαλάσσιο χωριουδάκι. Βαθιά μέσα μου ήξερα ότι ποτέ πια η ζωή μου δεν θα ήταν η ίδια…

Οι αναμνήσεις περνούσαν μπροστά μου με κινηματογραφική ταχύτητα. Αφοσιώθηκα στο τοπίο γύρω μου. Αναλογίστηκα εκείνο τον λύκο, πόσο αυτάρκης ήταν. Ο λύκος είναι κατά βάση μονογαμικός, ενώ αν χάσει το ταίρι του, τριγυρίζει εδώ και εκεί και αλυχτά μέχρι να το βρει. Πώς, άραγε, να ένιωθε, μοναχικός αναζητητής στα μονοπάτια του δάσους;
Ο ήλιος είχε πια χαθεί στην θάλασσα, ενώ το περιβάλλον γύρω είχε πάρει μία κοκκινωπή απόχρωση. Πόσο υπέροχα μαγική ήταν αυτή η στιγμή κατά την οποία ο χρυσός δίσκος του ήλιου ενώνεται με το κυανό νερό της θάλασσας! Πόσες φορές αυτή η ένωση έγινε στο παρελθόν και πόσες φορές θα γίνει στο μέλλον; Σε ορισμένα ερωτήματα είναι βέβαιο ότι δεν υπάρχουν απαντήσεις.
Το Λυκόφως, όμως, έχει τα μυστικά του. Ένας άλλος Ήλιος άναψε, η σκέψη της Ιδεατής Δέσποινας ήταν το προσάναμμα για αυτό και ήταν δέκα φορές ισχυρότερος από αυτόν που έβλεπα με τα μάτια μου. Το Φως, ω, το Φως…
* * * * *

Ο γερανός της τροχαίας σταμάτησε δεξιά και πήρε το εγκαταλελειμμένο αυτοκίνητο. Ο ιδιοκτήτης του είχε γίνει άφαντος. Λίγο πιο πίσω, στην συστάδα των δέντρων, δύο χρυσαφένια μάτια κοιτούσαν την σκηνή. Έπειτα γύρισαν προς την άλλη πλευρά και αντίκρισαν το Δάσος. Ένα αλύχτισμα τάραξε την σιγαλιά του Λυκόφωτος, ενώ η Μεγάλη Εξερεύνηση άρχιζε.
Είχε πια ολοκληρωθεί η Μύησή του στα Μυστήρια του Λυκαίου Όρους και η εκπαίδευσή του στο Λύκειο.
Ήταν πια ένας Λυκάων

… η συνέχεια στο βιβλίο “Το Φιλί της Μέδουσας”.

Αποσπάσματα από το βιβλίο «Το Φιλί της Μέδουσας» μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Ένα μυθιστόρημα «Επιστημονικής Φαντασίας» για τα χρόνια της Κρίσης και την Μαύρη Σκιά που έχει βυθίσει τον πλανήτη Γη στο Σκοτάδι, με τελευταίο προπύργιο Αντίστασης την Κατεχόμενη Ελλάδα των Μνημονίων.

Όταν κλείσετε αυτό το βιβλίο, η Πραγματικότητα γύρω σας δεν θα είναι ποτέ πια η ίδια…
ΕΣΕΙΣ δεν θα είστε ποτέ ξανά οι ίδιοι.

©2004-2023 Νικόλαος Σ. Παναγοδημητρόπουλος
Σύμβουλος Επιχειρήσεων – Συγγραφέας

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα:
Ο Νικόλαος Σ. Παναγοδημητρόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα στις 13 Οκτωβρίου του 1972. Είναι Σύμβουλος Επιχειρήσεων, Ειδικός Εφαρμογών Πληροφορικής, καθηγητής Ξένων Γλωσσών και Εκπαιδευτής σε πολλούς και διαφορετικούς τομείς της Γνώσης.
Δείτε εδώ ένα σύντομο βιογραφικό του.

Επικοινωνήστε μαζί μου

Όλα τα κείμενα που δημοσιεύονται στο Διαδίκτυο είναι νομικά κατοχυρωμένα και προστατεύονται από τον Νόμο περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας.
Απαγορεύεται ρητώς η ολική ή μερική αναδημοσίευσή τους, χωρίς να αναφέρεται η Πηγή και το όνομα του συγγραφέα.